Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012

«Μας ψεκάζουν»


Του Σταύρου Χριστακόπουλου
Ξαφνικά η Ελλάδα κατέρρευσε. Οι βεβαιότητές της έγιναν μια άμορφη μάζα, η θλίψη και η απόγνωση εξαπλώθηκαν απ’ άκρη σ’ άκρη. Ξαφνικά! Ύστερα από μια πενταετία κατηφόρας και δύο χρόνια ξέφρενης πορείας προς το βάραθρο, δύο χρόνια ξένης επικυριαρχίας, δύο χρόνια εξαθλίωσης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, εντελώς ξαφνικά η Ελλάδα αντελήφθη ότι την έσβησαν από τον χάρτη για δεκαετίες. Ότι την...
παρέδωσαν χωρίς αντίσταση. Ούτε του πολιτικού συστήματος ούτε του ελληνικού λαού.
Πολλοί είναι αυτοί που έλπιζαν ματαίως ότι, έστω την τελευταία στιγμή, «κάτι θα γίνει» και «θα τη σκαπουλάρουμε». Ο μύθος του Έλληνα «καταφερτζή», βαθιά ριζωμένος στη λαϊκή ψυχή, όπως όλοι οι όμορφοι, διασκεδαστικοί και ανακουφιστικοί μύθοι, ήταν το τελευταίο καταφύγιο.
Δεν μπορεί, κάτι θα γίνει στο τέλος. Ο Παπαδήμος ως «σοβαρός τεχνοκράτης», ο «αντιμνημονιακός» Σαμαράς, ο «πατριώτης» Καρατζαφέρης, ο φιλόδοξος Βενιζέλος, οι συνδικαλιστές, οι βουλευτές, κάποιοι τέλος πάντως θα κάνουν κάτι την τελευταία στιγμή και «θα μας σώσουν». Δεν μπορεί να γίνει η χώρα ρημαδιό. Άσε που μπορεί και οι Ευρωπαίοι να αλλάξουν γνώμη την τελευταία στιγμή και κάτι να γίνει.
Κανονικά θα έπρεπε σήμερα να μιλάμε για το γερμανικό σχέδιο ελεγχόμενης πτώχευσης, το οποίο, όπως θα καταλάβετε διαβάζοντας το χθεσινό «Ποντίκι», δεν εξαρτάται όσο θα θέλαμε από τις οικονομικές θυσίες των Ελλήνων. Θα έπρεπε να μιλάμε για την απόφαση των ευρωκρατών να μεταθέσουν – άγνωστο για πόσο – τη χορήγηση του «πακέτου» των 130 δισ. ευρώ.
Ακόμη περισσότερο θα έπρεπε να μιλάμε για τις ευρωπαϊκές – και παγκόσμιες – αμφιβολίες για την καταλληλότητα του PSI ως προς την «επίλυση» του προβλήματος με το ελληνικό χρέος. Για τη συμπαιγνία της ανάληψης τόσων επαχθών – και θανατηφόρων για την ελληνική κοινωνία και οικονομία – δεσμεύσεων χωρίς ένα τόσο δα αντάλλαγμα.
Ωστόσο, συγχωρήστε μας. Δεν φαίνεται να είναι αυτό το πρόβλημα. Ίσως η πιο σοβαρή πτυχή του ελληνικού προβλήματος να είμαστε όλοι εμείς. Οι κάτοικοι αυτής της χώρας. Οι οποίοι αδιαμαρτύρητα σχεδόν – με μικρές εκλάμψεις – δεχτήκαμε όλα όσα σήμερα συνθέτουν την κοινή μας δυστυχία:
● τον διπλασιασμό της ανεργίας σε έναν μόλις χρόνο,
● τους χιλιάδες αστέγους,
● τους δεκάδες χιλιάδες οριστικά κατεστραμμένους εμπόρους και επαγγελματίες,
● τα συσσίτια ακόμη και στα σχολεία
● και τόσα άλλα.
Όλοι εμείς, αδιαμαρτύρητα σχεδόν, δεχτήκαμε τα πάντα επί δύο χρόνια. Ίσως επειδή... «μας ψεκάζουν», όπως λέει το πιο διαδεδομένο αστειάκι.
Τώρα έχουμε μπροστά μας ένα τριήμερο κατά το οποίο απόκάθε πλευρά καλούμαστε – ακόμη μια φορά – να πούμε ένα... τελευταίο «όχι». Ας μην προκαταλάβουμε απολύτως τίποτε. Από Δευτέρα θα κάνουμε τον απολογισμό μας...
πηγή